Ζούμε σε μια χώρα σεισμογενή. Έχουμε πληγεί πολλές φορές απο σεισμούς και έχουμε βιώσει το φριχτό αίσθημα του ''κουνήματος'' κάτω απο τα πόδια μας που ξεκινά απροειδοποίητα και μας βρίσκει είτε στο διαμέρισμα μας ή στην εργασία μας είτε σε φιλικά σπίτια. Αν το σπίτι μας είναι γερό τότε ένας μέτριος εώς δυνατός σεισμός δεν θα μας φοβίσει αν και μπορεί να προκαλέσει υλικές ζημιές. Όσοι όμως ζούμε σε παραθαλάσσιες περιοχές πάντοτε φοβόμαστε μήπως ο σεισμός αν είναι υποθαλάσσιος δημιουργήσει παλιρροιακό κύμα ή θαλάσσιο σεισμικό κύμα το λεγόμενο ιαπωνικό τσουνάμι (κύμα του λιμανιού).
Πριν χτυπήσει ένα ισχυρό τσουνάμι η στάθμη της θάλασσας χαμηλώνει και το νερό τραβιέται απο την ακτή. Όταν κάτι τέτοιο γίνει αντιληπτό τότε πρέπει όλοι να αρχίσουν να τρέχουν προς το εσωτερικό της ξηράς, μακριά απο την ακτή καταφεύγοντας κατά προτίμηση σε λόφους και υψηλά σημεία άνω των 15 μέτρων. Ο διαθέσιμος χρόνος από τη στιγμή που το νερό αποτραβιέται από την ακτή είναι γύρω στα 5 λεπτά για να γίνει διαφυγή του κόσμου απο το σημείο. Το τσουνάμι δεν είναι ένα μόνο κύμα αλλά μια σειρά κυμάτων με περιοδικότητα άνω της 1ας ώρας. Έχει μεγάλο μήκος κύματος και τεράστια ποσά ενέργειας. Ενώ μια σειρά θαλάσσιων κυμάτων που προκαλούνται από τον άνεμο έχει μήκος κύματος 100-150 μέτρα, τα τσουνάμι έχουν μήκος κύματος που φτάνουν τα 100-200 χιλιόμετρα, με ταχύτητα 700-800 χλμ/ώρα στα βαθιά. Όταν φτάσουν στην ακτή η ταχύτητα μειώνεται στα 40 χλμ/ώρα και το ύψος τους κυμαίνεται από 5-15 μέτρα. Μόλις με 2 μέτρα ύψος ένα τσουνάμι μπορεί να προκαλέσει θύματα και ζημιές.
Αν λοιπόν ποτέ δείτε τη θάλασσα να τραβιέται προς τα πίσω με ορμή όταν κάθεστε στην παραλία μην περιμένετε να δείτε την επιστροφή του κύματος γιατί θα είναι αργά.
Στην Ελλάδα δεν έχουμε βιώσει μεγάλα τσουνάμι τη σύχγρονη εποχή με εξαίρεση το τσουνάμι του Ναυπλίου το 1956. Σε περίπτωση μεγάλου υποθαλάσσιου σεισμού είναι πολύ πιθανή η εμφάνιση τσουνάμι ιδίως σε νησιά. Η γνώση μπορεί να γίνει πρόληψη ακόμα και σε τέτοιου είδους ακραία φαινόμενα.
Πριν χτυπήσει ένα ισχυρό τσουνάμι η στάθμη της θάλασσας χαμηλώνει και το νερό τραβιέται απο την ακτή. Όταν κάτι τέτοιο γίνει αντιληπτό τότε πρέπει όλοι να αρχίσουν να τρέχουν προς το εσωτερικό της ξηράς, μακριά απο την ακτή καταφεύγοντας κατά προτίμηση σε λόφους και υψηλά σημεία άνω των 15 μέτρων. Ο διαθέσιμος χρόνος από τη στιγμή που το νερό αποτραβιέται από την ακτή είναι γύρω στα 5 λεπτά για να γίνει διαφυγή του κόσμου απο το σημείο. Το τσουνάμι δεν είναι ένα μόνο κύμα αλλά μια σειρά κυμάτων με περιοδικότητα άνω της 1ας ώρας. Έχει μεγάλο μήκος κύματος και τεράστια ποσά ενέργειας. Ενώ μια σειρά θαλάσσιων κυμάτων που προκαλούνται από τον άνεμο έχει μήκος κύματος 100-150 μέτρα, τα τσουνάμι έχουν μήκος κύματος που φτάνουν τα 100-200 χιλιόμετρα, με ταχύτητα 700-800 χλμ/ώρα στα βαθιά. Όταν φτάσουν στην ακτή η ταχύτητα μειώνεται στα 40 χλμ/ώρα και το ύψος τους κυμαίνεται από 5-15 μέτρα. Μόλις με 2 μέτρα ύψος ένα τσουνάμι μπορεί να προκαλέσει θύματα και ζημιές.
Αν λοιπόν ποτέ δείτε τη θάλασσα να τραβιέται προς τα πίσω με ορμή όταν κάθεστε στην παραλία μην περιμένετε να δείτε την επιστροφή του κύματος γιατί θα είναι αργά.
Στην Ελλάδα δεν έχουμε βιώσει μεγάλα τσουνάμι τη σύχγρονη εποχή με εξαίρεση το τσουνάμι του Ναυπλίου το 1956. Σε περίπτωση μεγάλου υποθαλάσσιου σεισμού είναι πολύ πιθανή η εμφάνιση τσουνάμι ιδίως σε νησιά. Η γνώση μπορεί να γίνει πρόληψη ακόμα και σε τέτοιου είδους ακραία φαινόμενα.
Στις 9 Ιούλιου 1956,στις 3:11, ένας ισχυρός σεισμός της τάξεως 7,5R χτυπά την Αμοργό. Ο καταστροφικός σεισµός στο κεντρικό Αιγαίο έπληξε την Αµοργό, τη Σαντορίνη, την Ανάφη, την Αστυπάλαια, την Ίο, την Πάρο, τη Νάξο, την Κάλυµνο, τη Λέρο, την Πάτµο και τους Λειψούς.